Δρ Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη: Αθλητικοί αγώνες και λαϊκή λατρεία

Κυρίες και κύριοι,
Τις δύσκολες από κάθε άποψη μέρες που ζούμε με τα θύματα ενός κηρυγμένου και άπειρα ακήρυκτων πολέμων ο αρχαϊκός λόγος για εκεχειρία είναι πιο επιτακτικός και επιβεβλημένος και όχι απλώς για να γίνεται λόγος. Ευχαριστώ την αποτελεσματικά  δραστήρια Συμπολιτεία Ολυμπίας και ιδιαίτερα την Πρόεδρό της Σοφία Χίντζιου Κοντογιάννη καθώς και τους συνδιοργα-νωτές φορείς για την τιμητική πρόσκληση και εύχομαι ο Πρώτος δρόμος Ολυμπιακής Εκεχειρίας να γίνει λεωφόρος ειρήνης και ευημερίας για την περιοχή της ιερής Ήλιδας και να οδηγήσει και άλλους.
Θα προσπαθήσω να αναφερθώ σε ένα θέμα που συνδέει τις αρχές που οδήγησαν στους αρχαίους αθλητικούς αγώνες με την σημερινή

πραγματικότητα, υπό το φως της αξιοποίησης αυτών των στοιχείων της άυλης πολιτισμικής μας κληρονομιάς, σύμ-φωνα και με τις προτροπές της UNESCO και τις επιταγές διεθνών συμβάσεων που έχει υπογράψεις και η χώρα μας. Τα πανηγύρια λοιπόν και τα αγωνίσματα, που ακολούθησαν τη δική τους αλληλένδετη πορεία στο χρόνο.

Το πανηγύρι (από την ίδια ρίζα με την αγορά και αγερμός, αλλά και αγύρτης), οικογενειακό, ή υπερτοπικό, στον περίβολο της εκκλησίας, σε κομβικά σημεία του κύκλου του χρόνου (άνοιξη και καλοκαίρι- ακόμη και με μετακίνηση θρησκευτικών εορτών κατ’ οικονομίαν από την Εκκλησία), επιτελεί θρησκευτικό, οικονομικό (δίκτυα πανηγυριών, μετακινήσεις εμπόρων, οικονομικές ανταλλαγές κατά τη θερινή περίοδο), κοινωνικό – επικοινωναικό – ψυχαγωγικό ρόλο (αρραβωνιάσματα, ενίσχυση κοινωνικής συνοχής – κοινό φαγητό, ανταλλαγές πολιτισμικών αγαθών (π.χ. μεταφορά τραγουδιών από περιοχή σε περιοχή από γύφτους κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα), επιστροφή ξενιτεμένων, επίδειξη πλούτου, ψυχαγωγία.
         Η σχέση των αρχαίων τοπικών ή πανελληνίων αγώνων, οι οποίοι συνδέονταν απαραιτήτως με κάποιο ιερό,  και οι οποίοι αποτελούσαν ευκαιρία επικοινωνίας, λατρείας, οικονομικής συναλλαγής και άθλησης, είναι γνωστή. Επίσης είναι γνωστό ότι η παρακμή του αρχαίου ελληνικού κόσμου και των ιδεών οι οποίες τον διείπαν και η επικράτηση του χριστιανισμού και των νέων αντιλήψεων περί του κόσμου συνέβαλαν στην υποχώρηση και εν πολλοίς κατάργηση επισήμως των αθλητικών εκδηλώ-σεων. Ωστόσο οι έννοιες αγών-αγωνίζομαι και άθλος-ον – αθλούμαι – έπαθλον αλλά και στέφανον- ος, φωτοστέφανον – εξακολουθούν να κυριαρχούν και στο χριστιανικό λεξιλόγιο για να χαρακτηρίσουν τους πνευματικούς αγώνες για την τελείωση του χριστιανού.
         Οι Πατέρες της Εκκλησίας στην προσπάθειά τους να ενσωματώσουν στο νέο θρησκευτικό σύστημα στοιχεία από την αρχαία λατρεία, τα οποία στάθηκε αδύνατο να εξαλειφθούν, δανείστηκαν ορολογία και εικόνες από τον αρχαίο κόσμο. Έτσι ο καλός χριστιανός «αγωνίζεται τον καλόν αγώνα», προκειμέ-νου στο τέλος του δρόμου προς την αγιότητα να απολαύσει «τον στέφανον» και  να ονομασθεί «αθλητής» για τον Χριστό. Οι άγιοι είναι οι «καλά αθλήσαντες και στεφανωθέντες», ενώ και οι προσερχόμενοι εις «γάμου κοινωνίαν» οι οποίοι «διεφύλαξαν την παρθενίαν» δικαιούνται το στεφάνι του αθλητή. Οι έννοιες λαμβάνουν έννοια πνευματική και συμβολική, όπως  είναι και το γενικότερο πνεύμα της νέας θρησκείας.
          Παρά  την  γενικότερη άποψη ότι το πνεύμα και οι πνευματικοί αγώνες υπoκατέστησαν ολοκληρωτικά τη σωμα-τική άθληση με την  επικράτηση του χριστιανισμού και ότι το Βυζάντιο αγνοεί την άθληση του σώματος, το οποίο  ντύνει με ενδυμασίες βαρειές,  τονίζοντας μόνο τα πνευματικά χαρακτηρι-στικά του, όπως το πρόσωπο και ιδιαίτερα  τα μάτια, ο λαός, ακολουθώντας τις καθημερινές του ανάγκες για άσκηση του σώματος, αλλά και για οικονομικές συναλλαγές, ανθρώπινη επι-κοινωνία, έκφραση της θρησκευτικότητάς του σε  συγκεκριμένο χώρο και στην επιθυμία του να δοκιμάσει τις σωματικές του δυνάμεις και να τιμήσει το σώμα,  εξακολούθησε  να γιορτάζει σε συγκεκριμένους τόπους αφιερωμένους πάντοτε σε κάποιον άγιο με λατρευτικές εκδηλώσεις (λειτουργίες σε ναούς, θυσίες σφαγίων και  κοινά συμπόσια, περισχοινισμούς, λιτανείες), εμπορικές πανηγύρεις (παζάρια) και αθλητικές εκδηλώσεις οι οποίες περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό αρχαίων αγωνισμάτων.
           Αγώνες δρόμου κατά ηλικία, πάλης,  δεξιοτεχνίας (τοξο-βολία, λιθαροπέταμα, ακόντιο,  κλπ.)   αλλά και ιππικοί (ιππο-δρομίες,  αρματοδρομίες,  καρροδρομίες κλπ.), εξακολούθησαν να διεξάγονται κατά τη διάρκεια του Βυζαντίου και της Τουρ-κοκρατίας  στο πλαίσιο των θρησκευτικών πανηγύρεων προς  τιμήν αγίων και κυρίως  της Παναγίας και του αγίου Γεωργίου, του πιο προβεβλημένου και αγαπημένου στους χριστιανούς αγίου. Έτσι τα πανηγύρια του αγίου Γεωργίου, νέου, ωραίου, καβαλλάρη και δρακοντοκτόνου αγίου συνδέονται με τις πιο πολλές επιβιώσεις αρχαίων προχριστιανικών συνηθειών του  απλού λαού από  την συμβολική αναστροφή του μύθου της δρακοντοκτονίας με την οποία συνδέονταν στη μυθολογία ο Περσέας, ο Ηρακλής, ο Βελλερεφόντης και πρωτίστως ο Απόλ-λων του ιερού των Δελφών, ο οποίος σκότωσε  τον Πύθωνα, δράκοντα της περιοχής  που στερούσε από τους  περιοίκους το νερό της Κασταλίας Πηγής.  Το νέο δυνατό κρασί σε παλαιούς ασκούς  και ο χριστιανισμός με τις δυνατότητές του να μετου-σιώνει σε πνεύμα στοιχεία αρχέγονα της φύσης, είδε στον δράκοντα το σύμβολο του διαβόλου, του κακού πνεύματος. «Πνεύμα Πύθωνος», δηλαδή διαβολικό κατά τις Πράξεις των Αποστόλων  είναι η δυνατότητα  των ανθρώπων να προβλέπουν τα μέλλοντα, ενώ στις ακολουθίες του Αγίου Δονάτου, δρακοντοκόνου επίσης και της Παναγίας του Μεγάλου Σπηλαίου ο  δράκων ταυτίζεται προς τον δαίμονα και ο φόνος του θεωρείται νίκη κατά του διαβόλου.
       Και ενώ ο  χριστιανισμός με την θεωρητική του σκευή προσπάθησε να μετουσιώσει σε σύμβολα αρχέγονες δοξασίες και απόψεις του λαού για φυσικά φαινόμενα και συμβάντα και να προσδώσει στη δημιουργία του κόσμου και την εξέλιξή  του συμβολικές διαστάσεις, ο λαός  που εξακολούθησε να είναι το ίδιο «δεισιδαίμων» και  προληπτικός συχνά μπέρδεψε το  σύμ-βολο με το αντικείμενο και έτσι οι δράκοντες που «νικιούνται» από τους αγίους, τους  «αθληφόρους» μάρτυρες του  χριστιανι-σμού, αλληγορικά αντιπροσωπεύουν το πονηρό πνεύμα, το διάβολο και κατάντησαν, κατά την έκφραση του Νικολάου Πολίτη, στα μάτια του λαού να είναι αληθινά φίδια.
        Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, όπως και  όλοι  οι πανελλήνιοι αγώνες της αρχαιότητας (Ίσθμια, Νέμεα, Πύθια κ.ά.), που έδιναν στις διοργανώτριες πόλεις τη δυνατότητα να συγκεντρώνουν πληθυσμούς από ευρύτερες περιοχές για τους λόγους, που γίνονται ακόμη και σήμερα τα πανηγύρια, σταμάτησαν τυπικά να  διεξάγονται μετά την πλήρη επικράτηση του χριστιανισμού. Η ανάγκες που είχαν γεννήσει και  αναπτύξει αυτού του είδους την δραστηριότητα δεν έπαψαν  να υπάρχουν. Η θρησκευτική πίστη, η επικοινωνία, η οικονομία, η ανταλλαγή προϊόντων, η ψυχαγωγία, όλα  μαζί ή μεμονωμένα  αναζητούσαν πάντοτε και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες τρόπους έκφρασης. Έτσι  μέσα από τις λατρευτικές εκδηλώσεις  προς τιμήν ξεχωριστών μορφών  του χριστιανισμού ξεπήδησαν τα πανηγύρια  που συγκεντρώνουν μεγάλες μάζες πιστών  από ευρύτερες περιοχές, ορισμένες φορές από όλη την Ελλάδα, και με κέντρο την θρησκευτική εορτή ψυχαγωγούνται με συμμετοχικές εκδηλώσεις χορών και τραγουδιών, ευωχούνται  με κοινά συμπόσια  από δημοτελείς θυσίες προσφερομένων σφαγίων (οι αρχαίοι θυσίαζαν ζώα στο βωμό), πωλούν και αγοράζουν  προϊόντα, αγωνίζονται με έπαθλα υλικά ή συμβο-λικά. Συχνά κέντρα  των πιο μεγάλων πανηγυριών είναι ονομα-στά μοναστήρια που διέθεταν χώρους και δυνατότητες για μεγάλες συγκεντρώσεις πιστών.  Οι περιπτώσεις είναι πολλές και ο ελληνικός χώρος βρίθει προσκυνημάτων με χαρακτήρα τοπικό ή πανελλήνιο που διασώζουν πολλά ή λίγα  στοιχεία από ανάλογες εκδηλώσεις του λαού στην αρχαιότητα.
            Θα αναφερθώ μόνο σε ορισμένα χαρακτηριστικά παρα-δείγματα, τα οποία όμως μπορούν εύκολα να πολλαπλασια-σθούν.  Αν  ο καθένας σκεφθεί ότι ο Άη Γιώργης που όλοι γνωρίζουμε σχεδόν παντού  συνδέεται  με τη δρακοντοκτονία-  έτσι τουλάχιστον  τον ξέρουμε από την εικονογραφία- αλλά και με αγώνες πάλης, ιπποδρομίες, τρέξιμο, ακόντιο και άλλα. Και όλα αυτά συνδεδεμένα με τους άθλους του για τη  δόξα του χριστιανισμού και την εξάλειψη του ενοχλητικού στη ζωή των πιστών διαβόλου. Οι αγώνες του αυτοί τον καθιέρωσαν ως υπερασπιστή των πιστών από κάθε εχθρική επιβουλή.  «Τρο-παιοφόρος και μεγαλομάρτυς»,  προστάτης των ποιμένων και των γεωργών είναι ο πιο δημοφιλής άγιος του ελληνισμού. Σε όλα τα χωριά υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του, αλλά και πολλά χωριά φέρουν το όνομά του. Ακόμη και οι Τούρκοι σέβονταν και τιμούσαν τη γιορτή του. Αυτός λοιπόν ο  άγιος του χριστιανισμού αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα συμφυρμού θετικών ιδιοτήτων πολλών ημιθέων της αρχαίας μυθολογίας, όπως ο Ηρακλής, για τους ευεργετικούς για τους ανθρώπους της εποχής του άθλους, ο Περσέας  (ελευθέρωσε  την Ανδρομέδα) και ο Βελλερεφόντης, ο οποίος εσκότωσε τη Χίμαιρα, αλλά κυρίως  ο Απόλλων,  ένας  από το Δωδεκάθεο, συνδεδεμένος με τον  Ήλιο, ζωογόνο δύναμη  για τα όντα επί της γης, προστάτη των γεωργών και των ποιμένων, δρακοντο-κτόνο   και καθοδηγητή με τις προβλέψεις του (μαντείο  των Δελφών) για τον τόπο εγκατάστασης των νέων αποικιών κ.ά.
         Ας συγκρίνουμε τις περιγραφές για δυο γιορτές, που ακολουθούν την ίδια διαδικασία για να καταλήξουν σε αθλητικούς αγώνες με έπαθλα. Πρόκειται  για τα Πύθια, όπως αυτά γιορτάζονταν στους Δελφούς κατά την αρχαιότητα και έφθασαν περίπου μέχρι τον 4ο μ. Χ. αιώνα και το πανηγυράκι του Άη Γιώργη στην κοντινή Αράχοβα, που εδώ και πολλούς αιώνες συγκεντρώνει τους πιστούς  της ευρύτερης περιοχής.
Το πανηγύρι του ταύρου στην Αγία Παρασκευή Λέσβου είναι τριήμερο. Γίνεται  προς τιμήν του αγίου Χαραλάμπους – προστάτη των ζευγάδων και λόγω της δυσκολίας μετάβασης στο ξωκλήσι στο χειμωνιάτικο Φεβρουάριο έχει μεταφερθεί στην ανοιξιάτικη περίοδο. Συνήθως  προς το τέλος Μαΐου και πριν την Ανάληψη. «Πριν φύγει το Χριστός Ανέστη». Τη φροντίδα για την οργάνωση του έχει από το 1915 το τοπικό Γεωργικό Σωματείο των ζευγάδων. 
Το πρωί της Παρασκευής οδηγούν τον ταύρο μπροστά στο σπίτι του πρωτοζευγά – του προέδρου του Γεωργικού Σωματείου – ή του δωρητή, και κάτω από τους ήχους μουσικής αρχίζουν να τον στολίζουν. Στο λαιμό του κρεμούν στεφάνι από άνθη και τα κέρατά του χρυσώνουν με «βαράκι». παλαιότερα τοποθετούσαν στα κέρατά του και αναμμένα κεριά. Σε μια μικρή επιγραφή στο μέτωπο του ζώου γράφουν το όνομα του δωρητή. Ο ταύρος  που θυσιάζεται είναι εκλεκτός και θεωρείται απ’ όλους ιερός.  Τον προσφέρει  κάτοικος του χωριού, που εκπληρώνει το τάμα του.
Με λάβαρα, σημαία και συνοδεία πλήθους, με επικεφαλής τον πρωτοζευγά, που κρατά την εικόνα του «Γέρου»-του αγίου Χαραλάμπους, αρχίζει η περιφορά του στολισμένου ταύρου σ’ όλο το χωριό. Στο πέρασμά του κάνουν το σταυρό τους, τον θυμιατίζουν, του προσφέρουν αφιερώματα και κομμάτια από τις προίκες των κοριτσιών τους.  Tοποθετούν επάνω του μικρά παιδιά για «γεροσύνη». Το Σάββατο, αρχίζει η ομαδική μετάβαση των προσκυνητών της ευρύτερης περιοχής,  με την εικόνα του αγίου και λάβαρα. Το απόγευμα το ιερό ζώο μεταφέρεται στην τοποθεσία Ταύρος, στο ξωκλήσι του αγίου Χαραλάμπους, 15 χιλιόμετρα ανατολικά της Αγίας Παρα-σκευής. Όταν φθάσουν στο ξωκλήσι, δέχονται έφιπποι, αυτοί και τ’ άλογά τους, την ευλογία του ιερέα και αμέσως έπειτα αρχίζει διασκέδαση με τοπικούς χορούς και τραγούδια. Τελετουργικά φέρνουν τον ταύρο στην εκκλησία και ο ιερέας τον ευλογεί. Έπειτα τον οδηγούν στον τόπο της θυσίας. Σύμφωνα με την πίστη που επικρατεί, το ζώο γονατίζει με τη θέλησή του για να το θυσιάσουν. Πριν,  γίνεται δημοπρασία «για το αίμα». Ο πλειοδότης έχει το δικαίωμα–προνόμιο να γίνει θύτης. Μόλις ο ταύρος θυσιαστεί, οι παρευρισκόμενοι παίρνουν από το ζεστό αίμα του και σχηματίζουν το σημείο του σταυρού στο μέτωπο το δικό τους και των παιδιών τους. Το κρέας του ταύρου βράζει όλη τη νύχτα μέσα σε μεγάλα καζάνια και το πρωί της Κυριακής φτιάχνεται μ’ αυτό και με σιτάρι το «κεσκέτσι», που, αφού ευλογηθεί από τον ιερέα, μοιράζεται στο κόσμο. Μαζί μοιράζονται και μικρά αρτίδια, που οι περισσότεροι τα κρατούν ύστερα επάνω τους όλο το χρόνο για φυλαχτό.
Στην  κωμόπολη  του Σοχού, μεταξύ Λαγκαδά και Νιγρί-τας, 60 περίπου χιλιό-μετρα ΒΑ της Θεσσαλονίκης,  τελείται το πανηγύρι των Αγίων Αποστόλων, γνωστό και ως «Πανηγύρι».  Ο εορτασμός είναι τριήμερος. Ξεκινάει στις  28 Ιουνίου, παρα-μονή των Αγίων Πέτρου και Παύλου με τη μεταφορά της εικόνας και την τοποθέτησή της  στο παρεκκλήσι των Αγίων Αποστόλων.  Την επομένη το πρωί γίνεται  με ζουρνάδες και κεράσματα το μάζεμα ζώων από τα σπίτια των κτηνοτρόφων. Ακολουθεί λειτουργία και οι αθλητικοί αγώνες δρόμου, αλμάτων, λιθοβολίας και πάλης μικρών παλαιστών. Στις 30 Ιουνίου, μετά τη λειτουργία των εορταζόντων Αγίων Αποστό-λων, οι αθλητικοί αγώνες συνεχίζονται, ενώ το απόγευμα γίνεται η αρτοκλασία και η πολυαναμενόμενη πάλη των πρωτοπαλαιστών. Ακολουθεί πάνδημο γλέντι με όργανα.
Αν η  πάλη, σύμφωνα με τη μυθολογία, καθιερώθηκε ως αγώνισμα σε ανάμνηση της παλαιστικής νίκης του Θησέα επί του μυθικού ληστή Κερκύονα στα Μέγαρα, η  ίδρυση των μεγάλων πανελλήνιων αγώνων: Ολύμπια, Ίσθμια, και Νέμεα, σύμφωνα με την αρχαιολογία,  συνδέεται με τη μνήμη νεκρών ηρώων: του Οινόμαου, του Μελικέρτη–Παλαίμονα και του Οφέλτη–Αρχέμορου  αντίστοιχα.
Οι τελετουργικοί αγώνες σχετίζονται με τους θεούς και  την ευφορία της γης αλλά εκείνο που σημάδεψε τη δημιουργία τους, ο θάνατος. Η απώλεια της ανθρώπινης ζωής, η θέα του νεκρού σώματος, που χάνεται επάνω στην ακμή του, αποτέλεσε διαχρονικά για τον άνθρωπο ισχυρό πλήγμα και για τον ψυχισμό του ανοιχτό τραύμα. Η λατρεία του ζωντανού σώματος στο απόγειο της έντασης και του αγώνα για τη νίκη και το έπαθλο αποτελεί ύμνο για την ανθρώπινη ζωή, πέρα από θρησκευτικές αντιλήψεις και δόγματα.  
Τα πανηγύρια τελούνται, λοιπόν, πάντα σε χώρους γύρω από το ιερό το αφιερωμένο σε ξεχωριστές και ιδιαίτερα αγαπητές μορφές του χριστιανισμού, όπως η Παναγία κι’ ο Αη Γιώργης, ο άγιος Χαράλαμπος (προστάτης από τις μεγάλες λοιμικές νόσους, ο Άγιος Νικήτας (Φραγκοκάστελλο), οι άγιοι Απόστολοι κ.ά., που αντικατέστησαν αντίστοιχες προχριστιανι-κές θεότητες.  Η γιορτή τελειώνει με αθλητικούς αγώνες. Το  έπαθλο  είναι ένα άλογο, ένα αρνί, ένα στεφάνι, ένα κλαδί ελιάς, δάφνης, κισσού κ.ο.κ..  Τα πανηγύρια, μαγικοθρησκευτικά δρώ-μενα,  συμπίπτουν με τις φάσεις του ετήσιου κύκλου της βλάστησης, συνδέονται με  εορτολογικές αφορμές του χριστια-νικού ημερολογίου και παρουσιάζουν τα τελετουργικά στοιχεία: λιτανεία, αρτοκλασία, ζωοθυσία ή απλή προσφορά ζώων, κοινό γεύμα,  γλέντι με χορό και κυρίως -αδιάκοπα- μουσική. Όλα αυτά απαιτούν το πλαίσιο της ειρήνης.
Οι τελετουργικοί “αγώνες” στο πλαίσιο αγροτικών γιορτών είναι πανάρχαια συνήθεια διαδεδομένη σε πολλούς πολιτισμούς και σήμερα οργανωμένα πια-αποτελούν κορύφωση πολλών ανοιξιάτικων και καλοκαιρινών  θρησκευτικών πανηγυριών. Οι αθλητές δεν επιδεικνύουν απλά τη δύναμη και την δεξιότητά τους, εντάσσουν το σφρίγος των σωμάτων τους στην κοσμική ζωτικότητα της αναγεννημένης φύσης. Αφιερώνονται ως τελεστές στην υπηρεσία της λατρευόμενης δύναμης.
Το πνεύμα του συναγωνισμού και της άμιλλας, βασικό στοιχείο έκφρασης όλων των εκδηλώσεων του αθλητισμού και του πολιτισμού, εξακολουθεί να υπάρχει ακολουθώντας τις εξελί-ξεις στην κοινωνική και πολιτική ζωή.
Οι αλλαγές, σε συνδυασμό με τα έπαθλα στους χρηματίτες αγώνες, οδηγούν ήδη στα ελληνιστικά και τα ρωμαϊκά χρόνια (3ος αι. π.Χ. έως και 4ος αι. μ.Χ.) σε αλλαγή και του προτύπου του «καλού κ’ αγαθού» αθλητή και πολίτη, και δίνουν τη θέση του ερασιτεχνισμού στον επαγγελματισμό, του συναγωνισμού στον ανταγωνισμό, γεγονός που φέρει αυτόματα στο νου στοιχεία της δικής μας σημερινής πραγματικότητας. Ωστόσο στη λαϊκή λατρεία η αρχική σημασία της ιερότητας των αγώνων έχει ενσωματωθεί και διασωθεί μέσα από τα αγωνίσματα στο πλαίσιο των ιερών πανηγύρεων.

Και επειδή η Ιστορία διδάσκει πως ο χρόνος και οι τρόποι των ανθρώπων παραπέμπουν σε σχήμα κυκλικό, περιμένουμε ξανά την άνθηση του πνεύματος των πανελληνίων αγώνων, για ένα κλωνάρι ελιάς, για ένα μοναχικό κλωνάρι δάφνης… «Να επαναφέρουμε, όπως οραματίστηκε ο Σικελιανός και η Εύα Πάλμερ, το Πνεύμα των Αγώνων από το βιομηχανικό επίπεδο, όπου έχει καταπέσει, στο επίπεδο της πλήρους ηθικής αυθορμησίας απ’ όπου έχει αναχωρήσει», χωρίς  «τη νοσταλ-γικήν αποκατάσταση ενός μεγάλου αισθητικού κεφαλαίου» αλλά «τη δημιουργία ενός γνήσιου πλαισίου, που να επιτρέπει ευθύς αμέσως τη συνθετική μεταφορά, σ’ ένα κοινό πνευματικό επίπεδο πανανθρώπινων προβληματισμών».